- παϋένα
- ηβοτ. γένος δέντρων τής οικογένειας σαποτίδες που περιλαμβάνει 15 περίπου είδη τού αρχιπελάγους τής Μαλαισίας με γαλακτώδη χυμό.[ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. payena, από το ον. τού Αnselme Payen, Γάλλου χημικού και βοτανολόγου].
Dictionary of Greek. 2013.